Loucretia's

Κυριακή, Οκτωβρίου 16, 2005

Θελω να σε βλεπω να κοβεις το ψωμι


Ομορφες ωρες, οι ωρες του Κυριακατικου πρωϊνου, ξυπνας χωρις το αγχος της δουλειας, απολαμβανεις το καφεδακι σου, το τσιγαρακι σου, τις κυριακατικες εφημεριδες, κανεις καμια βολτα στο ιντερνετ, ετοιμαζεις χαλαρα το μεσημεριανο φαγητο.

Χαζευοντας στα sites για να βρω καμια πρωτοτυπη συνταγη, σκεφτηκα τη μανα μου, που σηκωνοταν τις Κυριακες από το αξημερωτο, για να προλαβει δουλειες και φαγητο (γιατι δουλευε και Σαββατα). Ορμουσε στα δωματια μας, ανοιγε διαπλατα τα παραθυρα, ξεσηκωνε τα σκεπασματα για να αεριστουν, ανεθετε σε ολους μας από μια δουλεια, αγνοωντας τη γκρινια μας να κοιμηθουμε μια ωρα παραπανω, και μετετρεπε το σπιτι σε βαπορι μεχρι να ρθει το μεσημερι και να λαμπει από καθαριοτητα.
Ταυτοχρονα, ερχονταν από τη κουζινα οι μυρωδιες του Κυριακατικου γευματος (γιατι ναι, ειχε προλαβει να ετοιμασει κι όλα τα καλουδια)

Ετσι, ηρθαν στο μυαλο μου μνημες από το Κυριακατικο Ψητο των παιδικων μου χρονων.
Τοτε που εστελναν οι νοικοκυρες στο φουρνο της γειτονιας το ταψι με το κρεας και τις πατατες και το εφερνε ο πατερας γυρνωντας στο σπιτι κρατωντας το με τυλιγμενες εφημεριδες στα πλαγια για να μη καιγεται.

Στην επαρχια που μεγαλωσα, ηταν συνηθισμενη αυτή η εικονα της Κυριακης με τα ψητα να πηγαινοερχονται από τον φουρνο στο σπιτι. Κλασσικο αγαπημενο ψητο κρεας με πατατες. Που ψηνοταν παρεα με όλα τα ταψια της γειτονιας, επαιρνε και τις δικες τους μυρωδιες και γινοταν πανδαισια γευσης.

Η δικη μου οικογενεια απεκτησε νωρις ηλεκτρικη κουζινα κι ετσι αμυδρα θυμαμαι το πηγαινε-ελα με τα ταψια στο χερι, μονο κανενα Πασχα στελναμε τα κουλουρακια να ψηθουν γιατι η μανα μου εφτιαχνε τεραστιες ποσοτητες και δε προλαβαινε να τα ψησει όλα.

Η ιεροτελεστια του Κυριακατικου Γευματος ξεκινουσε στις 1.30 το μεσημερι, αυστηρα παντα.
Ο πατερας καθοταν στην κεφαλη του τραπεζιου κι επεβλεπε το σερβιρισμα. Η μητερα μου εστρωνε παντα το καλο λευκο τραπεζομαντηλο και γεμιζε το τραπεζι με λιχουδιες που ειχαν την αιγλη του Κυριακατικου Καλου Φαγητου. Εγω, ως η μοναδικη κορη της οικογενειας αναγκαστικα βοηθουσα στο σερβιρισμα. Τ’ αδερφια μου, εκαναν διαφορες αποπειρες να τσιμπολογησουν αλλα κάθε φορα απεβαιναν ακαρπες γιατι το αυστηρο ματι του πατερα μου δεν επετρεπε σε κανεναν να ξεκινησει να τρωει, πριν ολοκληρωθει το σερβιρισμα και πριν κατσουν ολοι στο τραπεζι.

Θυμαμαι ακομα τη φωνη του να μας λεει «αν δεν καθισει η μανα σας στο τραπεζι, δεν τρωει κανεις σας» δειγμα σεβασμου προς τη γυναικα του και σεβασμου στο οικογενειακο γευμα.

(Αυτή η προτροπη μου εμεινε από τοτε κι ακομα και σημερα γινομαι θηριο αν δω καποιον να ξεκινα να τρωει ενώ η οικοδεσποινα σερβιρει ακομη, το θεωρω υψιστη αγενεια και γυφτια)

Όταν λοιπον καποια στιγμη τελειωνε το σερβιρισμα (και η υπομονη μας), η μητερα μας εδινε το μαχαιρι στον πατερα μας για να κοψει το ψωμι και να μας το μοιρασει (κινηση σεβασμου προς τον αρχηγο της φαμιλιας).
Αυτό ηταν και το εναυσμα για να αρχισουμε να τρωμε. Αν πεφταμε με τα μουτρα στο φαγητο (που παντα πεφταμε γιατι η μανα μας ηταν καταπληκτικη μαγειρισσα) ο πατερας μας, μας επανεφερε ηρεμα και με χιουμορ στη ταξη, κανοντας μας να κοκκινιζουμε από ντροπη για τη λαιμαργια μας.

Ειχε βρει έναν καταπληκτικο τροπο να μας διορθωνει, δεν φωναζε ουτε θυμωνε, απλα μας εκανε μιμησεις κι αναπαριστουσε τον τροπο που τρωγαμε. Εκει επεφτε τρελο γελιο και δεν ξεραμε από πού να κρυφτουμε.

Ηταν ομορφα τα Κυριακατικα γευματα, με πολύ συζητηση και γελιο. Δε χωρουσε καμια δυσαρεστη κουβεντα, αυτές τις αφηναμε για τις καθημερινες. Ηταν ωρα χαλαρωσης κι απολαυσης, με τον πατερα να μας διηγειται αστειες ιστοριες κι εμεις να κρεμομαστε από τα χειλη του (τοτε πιστευαμε, πως ολη η ζωη μας θα ειχε την ομορφια, την ηρεμια και την ασφαλεια του κυριακατικου γευματος)

Κι όταν εφτανε η ωρα του φρουτου, αρχιζε άλλο μαθημα, «πώς να καθαριζετε το φρουτο σας με μαχαιρι και πηρουνι». Νεος γυρος γελιου από τα πορτοκαλια και τα μηλα που εκσφεδονιζονταν σε ολες τις γωνιες του σπιτου στη προσπαθεια μας να τα καθαρισουμε.
Αλλα ο πατερας μας, εκει, απτοητος, επεμενε να μαθει στα αγριμια του «καλους τροπους», η μανα μου συγχιζοταν, «ασε να τα καθαρισω εγω να τελειωνουμε» ελεγε, «όχι, τα παιδια πρεπει να μαθουν» απαντουσε ο πατερας μας και το γευμα τελικα τελειωνε με μισα καθαρισμενα φρουτα και μισα να τα τρωμε με το χερι.

Η ιεροτελεστια επαιρνε τελος, όταν σηκωνοταν ο πατερας από το τραπεζι. Μεχρι εκεινη τη στιγμη, απαγορευοταν να φυγουμε, ακομα κι αν ειχαμε τελειωσει. «Οικογενεια ειμαστε, όχι σκορποχωρι» ελεγε και θυμαμαι παντα αυτή τη φραση όταν πολλες φορες τρωμε μονοι μας με ένα πιατο μπροστα στη τηλεοραση.

Όταν παντρευτηκα, μαθημενη σε αυτές τις εικονες, κάθε φορα που καθομαστε στο τραπεζι εδινα το μαχαιρι στον αντρα μου να κοψει το ψωμι.
Ο ιδιος όμως, μεγαλωμενος διαφορετικα, με κοιτουσε με απορια: «μα καλα, χερια δεν εχεις να το κοψεις, γιατι περιμενεις από μενα;» προσπαθησα κανα δυο φορες να εξηγησω, αλλα δε μπορουσε να καταλαβει τι σημαινε για μενα αυτή η κινηση, στο τελος ειδα κι αποειδα, το εκοβα μονη μου και το σερβιριζα από πριν.

Στα οικογενειακα γευματα δε, η πεθερα μου καραδοκουσε από πανω μας, μολις εβλεπε να τελειωνουμε σιγα σιγα το πιατο μας, το βουτουσε από μπροστα μας και ορμουσε στη κουζινα να το πλυνει.

Ματαια προσπαθουσα να της δωσω να καταλαβει ότι η ωρα αυτή που σιγοτρωμε και σιγοπινουμε κουβεντιαζοντας είναι η πεμπτουσια του γευματος και καλα θα κανει να μας αφηνει τα ρημαδοπιατα και τα ρημαδοποτηρια στη θεση τους. Τιποτα αυτή. Σπανιως καθοταν μαζι μας, διαρκως πηγαινοερχοταν αγχωμενη, ξινο μας το εβγαζε το φαγητο.

Αργοτερα εμαθα, ότι στα μερη που μεγαλωσε, όταν ηταν μικρη, απαγορευοταν οι γυναικες να καθονται με τους αντρες μαζι στο τραπεζι, επρεπε να στεκονται ορθιες πισω τους για να προλαβαινουν κάθε επιθυμια τους κι όταν τελειωναν οι αφεντες, τοτε μονο μπορουσαν να κατσουν να φανε (από τα ψιχουλα που ειχαν μεινει). Άλλες εποχες, αλλα ηθη, αλλα εθιμα.

Από τοτε δε της ξαναπα κουβεντα.

(Αμαν θα μου καει το ψητο με τη πολυλογια!!)

19 Comments:

Blogger Taflinel said...

Εξαιρετικό κείμενο. Ζωντανό.

Δεν ξέρω αν μπορώ να καταλάβω πόσα έχω χάσει αφού δεν έζησα τέτοια κυριακάτικα τραπέζια, αλλά νομίζω πως κάτι ακουμπάω από τη σημασία που σου εμφύτευσε η φυσική τους διαδικασία.

Να 'σαι καλά.

16/10/05 1:18 μ.μ.  
Blogger Loucretia said...

Φυσικη διαδικασια, οπως ακριβως το ειπες, τιποτα δεν γινοταν στημενα ή προσποιητα, ειχα τη τυχη να μεγαλωσω σε μια οικογενεια που αγαπουσε τη καλαισθησια και σεβοταν τους ρολους, οπως τους ειχαν μαθει εκεινα τα χρονια.

16/10/05 3:46 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Πράγματι, πολύ ωραία αφήγηση και ωραία ηθογραφία.

16/10/05 3:52 μ.μ.  
Blogger Η Κουρούνα said...

Ανάλογα ήταν τα κυριακάτικα τραπέζια και στο δικό μου σπίτι, Λουκρητία. Ακόμα κι όταν φύγαμε από το σπίτι, εγώ κι ο αδερφός μου, ο πατέρας μου επέμενε να τρώμε μαζί τις Κυριακές, αν αυτό ήταν δυνατόν. Και μη νομίζεις, και στην Αθήνα τα ταψιά με το κρέας και τις πατάτες πηγαινοέρχονταν στους φούρνους στις γειτονιές. Μου θύμισες πολύ ωραίες εικόνες.

16/10/05 3:53 μ.μ.  
Blogger e-Lawyer said...

Οι δικές μου οικογενειακές Κυριακές αποτελούνταν από μεγάλο γεύμα με τον παππού στην κορφή του τραπεζιού, τα παιδιά και τα εγγόνια του τριγύρω και τη γιαγιά να πηγαινοέρχεται στην κουζίνα (έχοντας υπό την υψηλή εποπτεία της τα αναψυκτιά που ρημάζαμε και τα έπαιρνε με τα καφάσια).
Louξάντρα, όντως, η πεμπτουσία του γεύματος είναι "μετά", όταν ψιλοτσιμπολογάς (το γαλακτομπούρεκο) και πίνεις καφέ κουβεντιάζοντας. Ορίστε, αυτά γράφετε και σας ψιλοπεθύμησα.

16/10/05 4:33 μ.μ.  
Blogger ---. said...

Φοβερό το κείμενό σου. Με γύρισες πολύ πίσω. Όταν ακόμη τρώγαμε σε τραπέζι. Να 'σαι καλά :)

16/10/05 9:36 μ.μ.  
Blogger Ziggy said...

An to keimeno sou eihe eikona tha itan sigoura aspromavro, oi adres tha forousan prigiantini, ta heria tous tha itan gemata rozous apo tin douleia.

Koitaw ta heria mou pou einai les kai ta plenw me palmolive kai thelw ena kyriakatiko trapezi kai as min einai kyriaki, as einai oti mera na'nai.

P.S. Foveri aporia tou adra, ehw lithei sta gelia

17/10/05 3:58 π.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Χρειάσθηκαν τρεις τόσοι μήνες μπλογκικής περιπέτειας μέχρι να φθάσεις στο λιμάνι της καρδιάς σου. Ένα κείμενο βαθύ, ειλικρινές και απενεχοποιημένο. Εύγε!

@Konstantina: τώρα ΠΟΥ ακριβώς τρώτε???

17/10/05 11:52 π.μ.  
Blogger ---. said...

Στα όρθια αγαπητέ και μάλιστα πολύ σπάνια με την οικογένεια. :(

17/10/05 2:17 μ.μ.  
Blogger Loucretia said...

-Κουρουνα, το ξερω οτι με καταλαβαινεις, κι οποιος δεν εχει φαει πατατα μεσα απο αυτα τα ταψια, δε ξερει τι χανει ;-)

-E-lawyer, δεν εχει γαλακτομπουρεκα στας Βρυξελλας;; στα ποσα τεμαχια δλδ πρεπει να μας χοντρο-πεθυμησεις? :-ΡΡ

-Constantina, συνειδητοποιω με φρικη ποσες λιγες ειναι πια οι φορες που τρωμε γυρω απο ενα τραπεζι (κι οχι ταβερνας φυσικα)

-Ziggy, σου ευχομαι να αποκτησεις τα δικα σου "κυριακατικα τραπεζια" (και τ' απαλα χερια βοηθανε καλυτερα στο μαγειρεμα;-)

-Moses,σ' ευχαριστω, δεν εχω ενοχες για τα ομορφα στρωμενα τραπεζια που εζησα, μαλλον αυτα με στηριξαν μεχρι τωρα ;-)

17/10/05 4:55 μ.μ.  
Blogger Stefanos said...

Τι λες τώρα.. πωπωπωπω.. συγκινητικότατο. Στα δικά μου τα μέρη κάναμε μια ελαφριά παραλλαγή : Κρέας στη λαδόκολλα και στο φούρνο της γειτονιάς, και οι πατάτες τηγανητές χοντροκομμένες, φερμένες απο το χωριό (απο τη Νάξο- γαμάτες πατάτες).
Αλλά τα υπόλοιπα, ίδια. Ειδικά αυτό το "οικογένεια είμαστε, όχι σκορποχώρι", λες και άκουγα πάλι τον πατέρα μου..
(αλλά αυτό το αναγκαστικό πρωινό ξύπνημα τις Κυριακές ρε αδερφάκι μου, απαπα...)

18/10/05 11:00 π.μ.  
Blogger Loucretia said...

Estarian, φοβερο το ψησιμο στη λαδοκολλα, ασε γιατι με επιασε λιγουρα τωρα και μονο κονσερβες τονου εχω στο σπιτι, αχαχχαχα

Ουπς, ξεχασα να ευχαριστησω τον anonymous για τα καλα του λογια.

18/10/05 4:53 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Αγγελέ μου,

Για όνομα του Θεού...! Τόση γαρδένια και γιασεμί έχω να βιώσω από τότε που αναλύαμε με το Ζοζεφ την "αξία της συμβολής του θερινού σινεμά και της γειτονιάς στην κοινωνική αλληλεγγύη".

xxx
Το Τέρας

19/10/05 9:44 μ.μ.  
Blogger mauvais garçon said...

Φιλόσοφοι, ανδρείοι της ηδονής και γλεντοκόποι αφοσιωμένοι σε γαστριμαργικές σοφιστείες μάλλον δεν υπάρχουν πια. Τουλάχιστον όχι όπως τους γνωρίσαμε όσοι εξ’ ημών ζήσαμε κυριακάτικα μεσημέρια όπως αυτά που περιγράφεις. Μ’ αυτό μπορώ να ζήσω.
Το (τοτε πιστευαμε, πως ολη η ζωη μας θα ειχε την ομορφια, την ηρεμια και την ασφαλεια του κυριακατικου γευματος) όμως, μου θύμισε έναν εαυτό που είχα από καιρό ξεχάσει.

Καλή σου όρεξη Lou την Κυριακή που πλησιάζει...

21/10/05 2:51 μ.μ.  
Blogger Loucretia said...

--Τερας μου, νομιζω οτι σας χρωσταω σουτζουκακια απο τα χερακια μου, σε σενα και τον Ζοζεφ (να δω αν θα ξανασχολιασεις για γαρδενιες και γιασεμια αχαχαχχαχα)

--Αδερφε, παντα μας εκπλησεις ;-)
(με ενα ή με δυο "σσ" γραφεται;)

21/10/05 8:55 μ.μ.  
Blogger mauvais garçon said...

Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

24/10/05 3:25 μ.μ.  
Blogger mauvais garçon said...

δύο. τι φάγατε χτες;

25/10/05 2:32 π.μ.  
Blogger Loucretia said...

Κουνελι Στιφαδο και Σπανακοπιτα, ιδιοις χερσι ;-))
(ελπιζω να μη πουντιασουν και τα κουνελια γιατι στο τελος θα τρωμε ακριδες)

Εσεις;;

25/10/05 6:24 μ.μ.  
Blogger Li@kos said...

Διάβασα το ποστ με μια πίτσα μπροστά από τον laptop και μια τηλεόραση δίπλα δείχνει σκυλιά της πολιτικής να γαβγίζουν. Μου έκοψες την πείνα και μου άνοιξες την όρεξη. Χρειαζόμαστε περισσότερη ποιότητα ΔΙΑΟΛΕ!!!

26/10/05 7:51 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Κύρια Είσοδος